Mέσα από έρευνα του καθηγητή ΑΠΘ, Δ. Ζάχου
Η 8η Απριλίου καθιερώθηκε στον κόσμο ως η παγκόσμια ημέρα Ρομά, σε ανάμνηση του Πρώτου Παγκόσμιου Συνεδρίου τους, στο Λονδίνο στις 8 Απριλίου του 1971, που έθεσε τις βάσεις για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους από τη διεθνή κοινότητα. Εντούτοις, παρά το πέρας των ετών και τις θερμές προσπάθειες που γίνονται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, ανά τον κόσμο, για την πρόληψη και εξάλειψη του κοινωνικού τους αποκλεισμού και των διακρίσεων που βιώνουν κάποιοι , ακόμη και σήμερα, τα φαινόμενα της «διαφορετικότητας» υφίστανται.
Στον αντίποδα όλων αυτών είναι το Φλάμπουρο Σερρών, που οι κάτοικοι του, που σε ποσοστό 80% είναι Ρομά, κατάφεραν να γίνουν κοιτίδα πολιτισμού, να εξασφαλίσουν ισοτιμία και ισονομία στην κοινωνία και να καταπολεμήσουν κάθε υπεργενικευμένη πεποίθηση σχετικά με τις «κατηγορίες» των ανθρώπων.
Την ιστορική πορεία, τα επιτεύγματα και τη συμβολή της ρομικής κοινωνικής ομάδας του Φλάμπουρου Σερρών στην τοπική και ευρύτερα στη ελληνική κοινωνία, το βαθμό και τις διαδοχικές φάσεις της κοινωνικής τους ένταξη και τους παράγοντες που συνετέλεσαν σ’ αυτή ερεύνησε ο αναπληρωτής καθηγητής του ΠΤΔΕ, ΑΠΘ, Δημήτρης Θ. Ζάχος.
«Η έρευνα πεδίου που κάναμε διήρκησε πολλά χρόνια και έλαβε χώρα σε αρχεία οργανισμών, όπως τα δημοτολόγια του τοπικού δήμου, τα αρχεία του σχολείου του χωριού, το τοπικό κατάστημα του ΙΚΑ και τα αρχεία της Διεύθυνσης Γεωργίας του Νομού Σερρών. Μια δεύτερη κατηγορία δεδομένων προήλθε από την άμεση παρατήρηση της οικονομικής, της κοινωνικής και της πολιτιστικής ζωής των μελών της κοινότητας του Φλάμπουρου και από πολλές συνεντεύξεις, αλλά και συνομιλίες μαζί τους, καθώς και με άτομα που είχαν ενεργό συμμετοχή στην πολιτική, οικονομική, θρησκευτική και κοινωνική ζωή της περιοχής της Νιγρίτας και γενικότερα του νομού Σερρών», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ, Δημήτρης Θ. Ζάχος.
Ο τόπος και οι κάτοικοί του
«Το Φλάμπουρο είναι ένα χωριό στο νότιο τμήμα του νομού Σερρών. Διοικητικά, σήμερα ανήκει στο δήμο Βισαλτίας, από την πρωτεύουσα του οποίου, τη Νιγρίτα, απέχει δέκα περίπου χιλιόμετρα. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πηγές, στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Φλάμπουρο το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα υπήρχαν τέσσερις μικροί οικισμοί, οι οποίοι πλήττονταν από τις συχνές πλημμύρες του ποταμού Στρυμόνα και γι’ αυτό οι κάτοικοί τους υπέφεραν από την ελονοσία. Μετά την ένταξη της περιοχής στο ελληνικό κράτος, αρκετοί από τους ρομικής προέλευσης κατοίκους, των εν λόγω οικισμών, μετοίκησαν στο Φλάμπουρο. Τονίζουμε ότι μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 1940, όταν εγκαταστάθηκαν ορισμένες οικογένειες Σαρακατσαναίων, τα μέλη των οποίων δεν ξεπέρασαν ποτέ το 10% του συνολικού πληθυσμού του χωριού, οι ντόπιοι ήταν η μόνη εθνοτική ομάδα στο Φλάμπουρο. Αυτή η πληθυσμιακή σύνθεση παρείχε ένα ασφαλές περιβάλλον στους/στις ντόπιους/ες, απαλλαγμένο από εθνοτικές συγκρούσεις και από ενοχλητικές και προσβλητικές καθημερινές συμπεριφορές. Το Φλάμπουρο ήταν για δεκαετίες η «Μέκκα των Γύφτων» του νομού Σερρών και γενικότερα της Βόρειας Ελλάδας, ο τόπος όπου οι άνθρωποι αυτοί συγκεντρώνονταν εκεί για κοινωνικούς λόγους και επαφές. Τα πανηγύρια, οι γιορταστικές τελετές και τα έθιμα (Αμπαμπάς, Καρνάβαλος, Λαζαρίνες, Τζιαμάλα) του Φλάμπουρου αποτελούσαν μαγνήτη και για τους υπόλοιπους κατοίκους των Σερρών και των διπλανών νομών, ενώ η φήμη του ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας, όπως φάνηκε και από το γεγονός ότι αποτέλεσε τον έναν από τους δύο σταθμούς στην Ελλάδα του Βart McDowell του National Geographic Society, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού “ αναζήτησης της κληρονομιάς των Ρομ” που αυτός και η ομάδα του έκαναν στα τέλη της δεκαετίας του 1960», επισημαίνει ο αν. καθηγητής.
H πολιτική ιστορία του Φλάμπουρου του 20ού αιώνα
Όπως αναφέρει ο κ. Ζάχος, «στο μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα το ελληνικό κράτος αδιαφόρησε για τους ρομικής προέλευσης κατοίκους του, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι μόλις το 1953 το Υπουργείο των Εσωτερικών επιχείρησε να κάνει μια καταγραφή των “ αθιγγάνων” και να διερευνήσει τις δυνατότητες μόνιμης εγκατάστασής τους. Το νομικό καθεστώς της “ ανιθαγένειας” ήταν ένας από τους παράγοντες που κράτησε ένα μεγάλο μέρος των μελών των ρομικών ομάδων στο περιθώριο της ελληνικής κοινωνίας, αφού έτσι δεν μπορούσαν να απολαύσουν τα δικαιώματα και να αξιοποιήσουν τις όποιες πιθανότητες ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας. Σε αντίθεση μ’ αυτή την κατάσταση, οι ντόπιοι κάτοικοι του Φλάμπουρου είχαν αποκτήσει ήδη από το 1913 “ διά της αθρόας πολιτογραφήσεως” την ιδιότητα του πολίτη του ελληνικού κράτους. Το γεγονός αυτό σηματοδότησε την τυπικά ισότιμη -σε σχέση με τις υπόλοιπες κοινωνικές και εθνοτικές ομάδες- μεταχείρισή τους από τα πολιτικά και τα διοικητικά όργανα του ελληνικού κράτους και το ξεκίνημα για τη συμμετοχή τους στις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες της ελληνικής κοινωνίας. Οι ντόπιοι Φλαμπουριανοί ήδη το 1926 ίδρυσαν συνεταιρισμό ακτημόνων και συμμετείχαν ενεργά στα πολιτικά δρώμενα στελεχώνοντας τις θέσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης και αργότερα, μετά το 1944 συμμετείχαν ιδιαίτερα ενεργά σε συνδικαλιστικά σωματεία και ενώσεις και σε κομματικούς φορείς. Σταθμό σ’ αυτή την εξέλιξη διαδραμάτισε το γεγονός ότι πολλοί/ές από αυτούς/ές στον κατοχή και αργότερα στον εμφύλιο τάχθηκαν με το μέρος του ΕΑΜ. Το γεγονός αυτό όμως οδήγησε σε συλλήψεις, εκτοπισμούς, αλλά και σε αύξηση των διακρίσεων σε βάρος τους.
Η εκπαίδευση στο Φλάμπουρο
Το πρώτο σχολείο στην περιοχή του Φλάμπουρου ιδρύθηκε το 1910-1911. Το σχολείο λειτούργησε κανονικά από 1913 μέχρι τις αρχές της νέας χιλιετίας, όταν και έκλεισε λόγω έλλειψης παιδιών.
Οι αλλαγές που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940 στις κοσμοαντιλήψεις των περισσότερων ντόπιων κάτοικων του Φλάμπουρου και η ενεργός συμμετοχή τους στην εθνική αντίσταση και αργότερα στον εμφύλιο φαίνεται ότι συνέβαλαν στην αναθεώρηση της στάσης τους έναντι της εκπαίδευσης και στην αναγνώριση του ρόλου της στην προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική ζωή. Έτσι, από το ξεκίνημα της δεκαετίας του 1950, η φοίτησή τους στο τοπικό δημοτικό σχολείο δείχνει ότι οι άνθρωποι αυτοί θέλουν να «μάθουν τα παιδιά τους γράμματα». Σημειώνουμε ότι υπήρχαν όμως σημαντικά εμπόδια σ’ αυτή, τα οποία που δημιουργούσε: Πρώτον, η ανάγκη για επιβίωση μέσω σκληρής βιοποριστικής εργασίας όλων των μελών των οικογενειών (μεγάλων και μικρών). Δεύτερον, το σχολικό πρόγραμμα και οι εκπαιδευτικές πρακτικές, τα οποία στηρίζονταν στην κουλτούρα και στις ανάγκες των μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων. Τρίτον, η διαφορετική -από τη επίσημη γλώσσα του σχολείου (ελληνική)- μητρική τους γλώσσα. Τέταρτο, το γεγονός ότι το σύνολο σχεδόν των κατοίκων του Φλάμπουρου ήταν αναλφάβητοι.
Ορισμένοι/ες από όσες/ους που δεν κατάφεραν να τελειώσουν το δημοτικό σχολείο είχαν αργότερα μία δεύτερη ευκαιρία, όταν στο χωριό ιδρύθηκε το «νυχτερινό Δημοτικό Σχολείο», το οποίο λειτούργησε στο Φλάμπουρο από 1961 έως το 1972 και με τους τίτλους που έδινε συνέτεινε στην ανοδική κοινωνική κινητικότητα των αποφοίτων του. Σημειώνουμε ότι το απολυτήριο του δημοτικού σχολείου ήταν απαραίτητο προσόν για την πρόσληψη στο δημόσιο τομέα, σε τράπεζες, σε υπηρεσίες, όσο και για τη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών (έκδοση διπλώματος αυτοκινήτου, γεωργικού ελκυστήρα).
Σ’ ότι αφορά στη συμμετοχή των ντόπιων του Φλάμπουρου στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, λόγω της απόστασης του χωριού από το πιο κοντινό γυμνάσιο, της έλλειψης συγκοινωνίας και κυρίως του οικονομικού κόστους που αυτή συνεπέφερε ήταν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 υποτυπώδης. Μόνον μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1970 το ποσοστό των απoφοίτων του δημοτικού σχολείου του Φλάμπουρου που εγγραφόταν στο Γυμνάσιο ξεπέρασε το ποσοστό όσων εγκατέλειπαν τις σπουδές τους. Μετά το 1977, όταν ασφαλτοστρώθηκε ο δρόμος Νιγρίτας-Φλάμπουρου και λεωφορεία άρχισαν να εκτελούν τακτικά δρομολόγια, τότε άρχισε μια σταδιακή αύξηση της φοίτησης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και η συμμετοχή των ντόπιων εναρμονίσθηκε μ’ αυτή των άλλων γεωργικών περιοχών της Ελλάδας. Υπογραμμίζουμε ότι από το 1980 και εντεύθεν, τα ποσοστά της συμμετοχής τους στην ανώτατη εκπαίδευση ξεπέρασε τα αντίστοιχα των εθνικών μέσων όρων».
«Η σχέση των ντόπιων κατοίκων του Φλάμπουρου με την επίσημη ελληνική εκπαίδευση διαψεύδει ορισμένους από τους κυρίαρχους μύθους που αφορούν στην εκπαίδευση, στον πολιτισμό και τις δράσεις των ανθρώπων ρομικής προέλευσης. Πρώτα και κύρια την αντίληψη που θέλει τους Ρομά να μη “ παίρνουν τα γράμματα” ή την παραλλαγή της, σύμφωνα με την οποία ο πολιτισμός τους δεν είναι συμβατός μ’ αυτόν του σχολείου. Να σημειώσουμε εδώ ότι ο παράγοντας που διαφοροποιεί τους ντόπιους Φλαμπουριανούς από τις υπόλοιπες ρομικές ομάδες, φαίνεται πώς είναι η πολιτική τους τοποθέτηση και δράση. Εκτιμούμε ότι η ενεργητική, μαχητική διεκδίκηση των δικαίων τους επέφερε σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που αντιμετωπίζουν τη ζωή. Η διαρκής εμπλοκή τους σε κρίσιμες διαμάχες (αγροτικό ζήτημα, αντίσταση στη Γερμανική κατοχή, εμφύλιος πόλεμος) φαίνεται ότι αύξησε τη μαχητική τους διάθεση και δημιούργησε μια παράδοση ενεργητικής διεκδίκησης των συνταγματικών, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ένα διαρκές αίτημα βελτίωσης των όρων της διαβίωσής τους. Τους “ όπλισε” ακόμη, με μια αισιόδοξη αντίληψη για τη ζωή, η οποία αύξησε την αγωνιστικότητά τους, καθώς και την απόφασή τους να εργαστούν για να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Αρκετοί/ές από αυτούς/ές προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν όλα τα «εργαλεία» που διέθεταν οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών της ελληνικής επικράτειας, δηλαδή την συμπληρωματική (δεύτερη, σε αρκετές περιπτώσεις και τρίτη) δουλειά και τη αξιοποίηση των τραπεζικών δανείων, με τα οποία επεδίωξαν να εκσυγχρονίσουν και να εντατικοποιήσουν τις αγροτικές καλλιέργειες. Μια άλλη, σημαντική μερίδα τους αναγκάστηκε να μεταναστεύσει. Σαν αποτέλεσμα, οι περισσότεροι/ες ντόπιοι/ες κάτοικοι του Φλάμπουρου κατάφεραν να ξεφύγουν από το ρόλο του “ αγροτικού προλεταριάτου” τον οποίο για δεκαετίες διαδραμάτιζαν, πέτυχαν να ενταχθούν στο επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα, διεκδίκησαν και κατέλαβαν καλύτερες θέσεις εργασίας, βελτίωσαν θεαματικά την όψη και τις υποδομές του χωριού τους, όπως και την ποιότητα των κατοικιών και συνολικά το βιοτικό τους επίπεδο. Τονίζουμε και τη σημασία που έπαιξε η δημιουργία αρχικά των Καποδιστριακών δήμων, η οποία φαίνεται ότι συνέτεινε ώστε να μην υπάρχει σήμερα κανένα δείγμα θεσμικού ρατσισμού, αλλά ούτε και ατομικού», καταλήγει ο κ. Ζάχος.
«Η ζωή είναι μια βόλτα…»
Σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοι του Φλαμπούρου φτάνουν τους 840, ενώ όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο επί πολλά συναπτά έτη, πρόεδρος του χωριού Αβραάμ Τσινάρης , εγγεγραμμένοι είναι περίπου 2000, αλλά οι περισσότεροι έχουν μετοικήσει στην Αθήνα, ή σε άλλες μεγαλουπόλεις.Το ποσοστό του πληθυσμού, παρότι έχουν περάσει τα χρόνια, παραμένει στην ίδια κλίμακα καθώς όπως λέει χαρακτηριστικά ο Πρόεδρος «είμαστε 600 και οι Σαρακατσάνοι είναι 100». Οι κάτοικοι του χωριού συνεχίζουν να ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία, όμως είναι γνωστοί σε όλη την υφήλιο από τους οργανοπαίχτες του που ξεχωρίζουν στο ζουρνά και το νταούλι.
Προκαταλήψεις, κοινωνικές και φυλετικές διαφορές έχουν εξαλειφθεί, ενώ όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η 73χρονη Λίτσα, κάτοικος του Φλάμπουρου και δεινή ποδηλάτισσα, «η ζωή είναι μια βόλτα. Αυτό που πρέπει να κάνεις, είναι απλά να την ομορφύνεις. Και αυτό κάνουμε με κέφι εδώ στο Φλάμπουρο…»